Χλωρίδα-Πανίδα (Φυτά -Ζώα) Ο πλάτανος
Ο Πλάτανος
Στο χωριό λέγεται από πολύ παλιά ότι φυτεύτηκε από τον Καραμίτσιο (Τσιάρα Δημήτριο) όταν ήταν Πρόεδρος του χωριού το 1924. Κατ άλλους φυτευτηκε από τον Νταταγκούμα Δημήτριο που έκανε Πρόεδρος στο χωριό. Επίσης, στο χωριό λέγονταν ότι το φυτό το έφεραν οι χωριανοί που δούλευαν στην κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Καλαμπάκα-Κοζάνη. Σε εργασία των μαθητών του Γυμνασίου Γρεβενών αναφέρεται ότι οι εργασίες στη γραμμή αυτή άρχισαν το 1926. Αυτό σημαίνει ότι τότε οι χωριανοί που δούλευαν εκεί θα έφεραν το φυτό. Έτσι, το πιο πιθανό είναι τον πλάτανο να τον έφεραν οι χωριανοί από εκεί που δούλευαν στη σιδηροδρομική γραμμή και ο Πρόεδρος Καραμήτσιος με αυτούς να τον φύτεψαν. Μάλιστα, πρέπει να έφεραν και να φύτεψαν δύο φυτά γιατί και ο κορμός δείχνει ένωμα δύο φυτών αλλά, και τα φύλλα της μιας πλευράς διαφέρουν από εκείνα της άλλης (προς το σπίτι του Ν. Τζιάλλα). Το χωριό χάρι σε εκείνους τους χωριανούς έχει σήμερα έναν πανέμορφο και εντυπωσιακό πλάτανο, τον ζηλεύουν στα γειτονικά χωριά, τον θαυμάζουν οι επισκέπτες στο χωριό και τον απολαμβάνουμε εμείς οι χωριανοί κάθε μέρα. Αξίζει σε εκείνους τους χωριανούς μας έστω και τώρα μια αναγνώριση για αυτό που έκαμαν
Φυτά
Η δεντρώδης φυσική βλάστηση στην έκταση που ανήκει στο χωριό κυριαρχείται από την βελανιδιά πέρα από το ποτάμι και από το χωριό μέχρι το Λόγγο όπου μαζί με τη βελανιδιά συνυπάρχουν πεύκα και έλατα, τίζα (Ίταμος-Taxus bacata) αγριοκαστανιά (Αϊ-Λιά, Λιάκου κάμπου), κράταιγος (Crataegus spp.), αγριοφουντουκιές (Corylus spp.λευτοκαριές), αγριοτραναφυλλιά, όχι οξυά. Στα υγρά μέρη υπάρχουν πλατάνια (Platanus oprientalis), λεύκες (Populus spp.) και κυρίως ιτιές (Salix spp.). Επίσης υπάρχουν κρανιές-Cornus (βέργες για τους κτηνοτρόφους), φλαμουριές (Tilia spp.), θραψί από το οποίο οι χωριανοί κόβουν βέργες για πασσάλους στα φασόλια, αγριοαχλαδιές (γκορτσιές, δύο είδη διαφέρουν στο φύλλο και καρπό), αγριοκορομηλιές, αγριομηλιές, νεραντζιές (Ostrya spp.), σφενδάμια (Acer spp.), ξεροπλάτανοι, γαύρος (Carpinus spp.), σουρβιές (Sorbu sspp.) Τα είδη της βελανιδιάς είναι το ημεράδι (Quercus pubescens), το τσερόκι (Quercus macedonica), ο τσέρος (Quercus cerris) και το πλιατσκάδι ( Quercus conferta). Οι βελανιδιές είναι άφθονες και σε θαμνοειδή μορφή (τα κόπατσια από όπου και η ονομασία Κοπατσιαραίοι, Κοπατσιάρικα χωριά) και σε μορφή δέντρων. Τα κόπατσια παλιά κόβονταν από τις γυναίκες και άνδρες και σε δεμάτια τα φορτώνονταν στην πλάτη οι γυναίκες ή στα ζώα και τα έφερναν στο χωριό για κάψιμο στη φωτιά ή στο φούρνο. Κάθε χρόνο τον Ιούλιο όσοι γεωργοί είχαν ζώα και οι κτηνοτρόφοι που ξεχειμώνιαζαν στο χωριό «έβαζαν κλαδί» κάνοντας κλαδαριές (βλέπε Έθιμα χωριού-Κλαδαριές). Τα βαλανίδια όπως τα λένε οι χωριανοί (όχι βελανίδια) παλιά μαζεύονταν και χρησίμευαν ως τροφή για τα ζώα, ιδίως το χοιροσφάι. Σήμερα αποτελούν καλή τροφή για τα γιδοπρόβατα και οι κτηνοτρόφοι είναι ευχαριστημένοι τις χρονιές που έχει πολύ βαλάνι. Το πεύκο είναι το μαύρο (Pinus nigra) και το έλατο το Abies Borisii Regis. Σε αρκετά πεύκα υπάρχει ο οξιός (Viscum album) που λέγεται πευκίσιος και έως τη δεκαετία του 1960 οι γεωργοί του χωριού το χειμώνα μάζευαν αυτόν τον οξιό ως πολύ θρεπτικό για τα βοοειδή. Οξιος (Loranthus europaeus) υπάρχει και σε αρκετές βελανιδιές και λέγεται από τους χωριανούς δεντρίσιος, είναι φυλλοβόλος, ενώ ο πευκίσιος είναι αείφυλλος και αποτελεί και αυτός πολύ καλή τροφή για ζώα Χαρακτηριστική είναι επίσης και η παρουσία του κοινού κέδρου (Juniperus communis) και λιγοστά άτομα ήμερου κέδρου (Juniperus foetidissima, excelsa).Τα κέδρα χρησιμοποιούνται από τους χωριανούς ως πάσσαλοι σε περιφράξεις και στήριξη καλλιεργειών (π.χ. φασόλια). Τις Απόκριες ο φανός στην Πλατεία γίνεται μέχρι σήμερα με κέδρα.
Καλλιεργούμενα δέντρα είναι αχλαδιές, μηλιές, αμυγδαλιές, δαμασκηνιές, κερασιές, καρυδιές, κυδωνιές.
Η ποώδης φυσική βλάστηση είναι σχετικά πλούσια. Στον Αϊ Λιά υπάρχει τσάι του βουνού (Sideritis spp.), πυξάρι (Buxus sempervirens) με κίτρινο πολύ σκληρό ξύλο για κλούτσες και κουτάλια ξύλινα, κατσαρέτα (Lilium calchidonicum ή albanicum), κ.α. Τόσο σε ξέφωτα στο δάσος όσο και βοσκοτόπια και χωράφια υπάρχει φτέρη (Pteridium aquilinum), σκάρφη (Helleborus cyclophyllus), αγριοφράουλες, πασχαλιές (Primula spp.), αμάραντος (), αγρωστώδη είδη-σαντίνα κατά τους χωριανούς, κρόκοι –γκάζντα κατά του χωριανούς (Crocus velouchensis) βγαίνουν μέσα από το χιόνι, κολχικό βγαίνει το φθινόπωρο, κυκλάμινο (Cyclamen hederifolium) το φθινόπωρο, τσουκνίδες (μάζευαν κάθε άνοιξη οι γυναίκες, τις στέγνωναν και αργότερα έκαναν φαγητό και πίτες) , λάπατα (τα μάζευαν κάθε άνοιξη οι γυναίκες, τα στέγνωναν και αργότερα έκαναν φαγητό και πίτες), σαλέπι
Μανιτάρια
Υπάρχουν περισσότερα από 10 είδη. Ζαρκαδήσιο, Βασιλικά, Καλογράκια, Κοκκινούσκες, Πρόβειο, Πόπορδας, Ζουρλομάνταρα (δηλητηριώδη).
Ζώα
Μέχρι τη δεκαετία του 1960 στην περιοχή του χωριού από τα μεγάλα ζώα υπήρχαν αρκούδες, αγριογούρουνα, ζαρκάδια, λύκοι, αλεπούδες, κουνάβια και βρωμοκούναβα, βερβερίτσες (σκίουροι), ασβοί, αγριόγατες, βίδρες (ενυδρίς), λαγοί, χελώνες, βατράχια. Σήμερα δεν υπάρχουν οι αγριόγατες και οι βίδρες. Αγριόγατα εμφανίστηκε πάλι ίσως από το 2015
Από τα πουλιά υπήρχαν ορεινή πέρδικα, πεδινή πέρδικα, μπεκάτσες, γεράκια, σταυραετοί, και ένα ζευγάρι μπατζοτέρας στην Καρακόπετρα στα Ζνάρια-εμφανίστηκαν πάλι μετά από το 1995 στο Στόμοι, λελέκι ένα μόνο πουλί στη Λιαπόϊ, αηδόνια, σπουργίτια, χελιδόνια, πετροχελίδονα, κοράκια, καρακάξες, κουρούνες, σουσουράδα, τσουτσουλιάνος-κατσουλιέρης, μελισσάκος (τρυποκάρυδος), μελισσοφάγος, μαυροπούλια, γκιώνηδες, κούκοι, κοκουβάγιες, μπούφος (αγριοπέτεινος), τσαλαπετεινός (πούπος), δρυκολάπτες (τσιοκλατάρα), δεκαοχτούρες, αγριοπερίστερα (Στόμιο), φάσες, κίσσες. κοτσίφια, κιρκινέκια, τριγώνια, νυχτερίδες. Παλιά υπήρχαν και γύπες (όρνια).
Από τα ερπετά φίδια (και οχιές), νερόφιδα, σαύρες (γκουστερίτσες κατά τους χωριανούς)
Στο δάσος υπάρχουν και άγρια μελίσσια.
Συμπληρώνεται-Διορθώνεται
Φωτογραφίες
Παιχνίδια του χωριού τότε
1. Τσουλέγκα
Παίζονταν με τα παιδία χωρισμένα σε δύο ομάδες με την τσουλένγκα και τη βέργα
την οποία έλεγαν και τσουλενγκόβεργα. Η τσουλένγκα ήταν ένα στρογγυλό ξύλο περίπου μια πιθαμή μάκρος και ένα δάχτυλο χοντρό με τις δύο άκρες πελεκημένες πλάγια. Για το Η τσουλενγκόβεργα ήταν μια βέργα περίπου 80 εκατοστά. Πρώτα άνοιγαν ένα αυλάκι περίπου 20 εκατοστά μήκος, 5 πλάτος και 5 βάθος. Εκεί έβαζαν την τσουλένκα στην άκρη έτσι ώστε η μισή να εξέχει πάνω από το χώμα και μετά ένα παιδί από τη μια ομάδα με τη βέργα χτυπούσε τη μια άκρη και η τσουλένγκα πετάγονταν σε μια απόσταση. Το ίδιο έκανε μετά και η άλλη ομάδα . Η ομάδα που πήγαινε πιο μακριά την τσουλένγκα έπαιζε πρώτη. Έβαζε πάλι την τσουλένγκα στο αυλάκι και τη χτυπούσε στην άκρη ώστε να σηκωθεί ψηλά και να πάει μακριά. Τα παιδιά της άλλης ομάδας εντωμεταξύ είχαν σκορπιστεί σε διάφορες αποστάσεις ώστε να προσπαθήσουν να την πιάσουν στον αέρα. Εάν την έπιαναν τότε η πρώτη ομάδα έχανε και τα παιδιά της πρώτης ομάδας έπρεπε να κουβαλήσουν στην πλάτη τα παιδιά της δεύτερης από το σημείο που την έπιαναν μέχρι το αυλάκι που έμπαινε η τσουλένγκα. Αν τα παιδιά της δεύτερης ομάδας δεν έπιαναν την τσουλένγκα τότε την πετούσαν προς το παιδί που την είχε χτυπήσει προσπαθώντας να χτυπήσει το παιδί το οποίο όμως και αυτό απέφευγε το χτύπημα προσπαθώντας να χτυπήσει την τσουλένγκα και να τη στείλει μακριά. Αν δεν την έπιαναν τότε τα παιδιά της δεύτερης ομάδας κουβαλούσαν την πρώτη ομάδα.
2. Φίκα-Τζαμί
Παίζονταν από 8 και περισσότερα παιδιά τα ποία χωρίζονταν σε δύο ομάδες.
Έβρισκαν 10 πλάκες μικρές ή πλακερές πέτρες, ή κεραμίδια (φίκα), χάραζαν ένα μικρό κύκλο περίπου ένα μέτρο διάμετρο και στο κέντρο στοίβαζαν τα φίκα το ένα πάνω στο άλλο (τζαμί). Μετά μετρούσαν με τα βήματα 7-10 μέτρα και τραβούσαν μια γραμμή. Με κλήρωση η μία ομάδα «τα φύλαγε» και η άλλη πήγαινε πίσω από τη γραμμή. Τα παιδιά αυτής της ομάδας έριχναν ένα-ένα με τη σειρά ένα τόπι από πανί τότε προσπαθώντας να ρίξουν τα φίκα. Αν δεν το κατάφερναν οι ομάδες άλλαζαν θέση. Εάν ένα παιδί έριχνε τα φίκα τότε τα παιδιά της ομάδας του τρέχοντας από δω και από εκεί προσπαθούν να στήσουν τα φίκα τα οποία η ομάδα που «τα φύλαγε» τα έχει απλώσει στον κύκλο. Η ομάδα που «τα φύλαγε» προσπαθεί με το τόπι να χτυπήσει τα παιδιά της άλλης ομάδας και έτσι να τα βγάζει από το παιχνίδι χωρίς να καταφέρουν να στήσουν τα φίκα. Το παιδί που έχει το τόπι πρέπει να μένει ακίνητο ή μπορεί να ρίξει το τόπι σε άλλο παιδί της ομάδας του. Το παιχνίδι συναιχίζονταν ώσπου η ομάδα να στήσει τα φίκα και φωνάξει τζαμί ή η ομάδα που «τα φύλαγε» να χτυπήσει-βγάλει από το παιχνίδι όλη την άλλη ομάδα. Και να γίνει αλλαγή ρόλου των ομάδων
3. Τα σκλαβάκια
Παίζονταν από αγόρια αλλά και κορίτσια χωριστά. Τα παιδιά χωρίζονταν σε δύο
ομάδες. Η μια ομάδα πηγαίνει πίσω από μια γραμμή και η άλλη ομάδα πίσω από μια γραμμή η οποία απέχει αρκετά από τη γραμμή της πρώτης ομάδας. Το παιχνίδι παίζεται στο χώρο μεταξύ των δύο γραμμών. Ένα παιδί από την πρώτη ομάδα βγαίνει στο χώρο ανάμεσα στις δύο γραμμές και τότε ένα από τη δεύτερη ομάδα λέγοντας στο πρώτο «σ΄ έχω» βγαίνει να πιάσει το παιδί της πρώτης ομάδας αλλά εκείνο φυλάγεται Μετά βγαίνει ένα παιδί από τη δεύτερη και ακολουθεί ένα παιδί από την πρώτη λέγοντας «σ΄έχω» για να πιάσει το παιδί της δεύτερης ομάδας που μόλις είχε βγει. Αυτό γίνεται εναλλάξ με ένα παιδί από κάθε ομάδα. Σκοπός είναι ένα παιδί της μιας ομάδας να ακουμπήσει ένα άλλο παιδί της άλλης ομάδας αλλά εκείνο που είχε βγει πριν από αυτό και να το πάρει σκλαβάκι. Ένα παιδί που κυνηγούσε το προηγούμενο από αυτό παιδί της άλλης ομάδας μπορούσε να κυνηγηθεί από παιδί της άλλης ομάδας που είχε μπει μετά από αυτό .Όποιο παιδί έβγαινε στη γραμμή της ομάδας του δεν πιάνονταν σκλαβάκι και μπορούσε να ξαναμπεί στο παιχνίδι με καινούργια σειρά. Τα σκλαβάκια τα κρατούσαν λίγα βήματα πριν τη γραμμή της ομάδας και εκεί προσπαθούσαν να τα «ξελευτερώσουν» παιδιά της ομάδας τους. Νικητής ήταν η ομάδα που έκανε σκλαβάκια όλα ή τα περισσότερα παιδιά της άλλης ομάδας.
4. Κρυφτό
Μαζεύονταν τα παιδιά στην πλατεία ή στου Γκουντί τα Αλώνι και με κλήρο ένα
παιδί «τα φύλαγε» , δηλαδή έκλεινε τα μάτια ακουμπόντας σε ένα τοίχο ή δέντρο και μετρούσε ως το 10 και τα άλλα παιδιά έτρεχαν γρήγορα να κρυφτούν. Μόλις το μέτρημα τελείωνε το παιδί που «τα φύλαγε» άνοιγε τα μάτια και άρχιζε να βρεί ένα κρυμμένο παιδί και να προλάβει να τρέξει πίσω στο σημείο που «τα φύλαγε» και να πει φτου με το όνομα του παιδιού που βρήκε. Μετά συνεχίζει το ΄΄ιδιο ώσπου να βρει όλα τα παιδιά που κρύφτηκαν. Αν όμως ένα παιδί προλάβει και πάει πρώτο στο σημείο που «τα φύλαγε» και πει φτου ξελεφτεριά, τότε όλα τα παιδιά βγαίνουν και το παιχνίδι αρχίζει πάλι από την αρχή. Για να αλλάξει το παιδί που τα «τα φύλαγε» έπρεπε να βρει όλα τα παιδιά.
5. Κυνηγητό
Παίζονταν με 5-10 παιδιά συνήθως στην Πλατεία. Με κλήρο ένα παιδί ήταν ο
κυνηγός. Στέκονταν ο κυνηγός στη μέση της Πλατείας και τα άλλα παιδιά πήγαιναν σε κάποια απόσταση γύρω από τον κυνηγό. Ο κυνηγός έπρεπε να κυνηγήσει και να πιάσει κάποιο παιδί το οποίο θα έπαιρνε τη θέση του Όταν ο κυνηγός προσπαθούσε να πιάσει ένα παιδί τα άλλα από γύρω πλησίαζαν τον κυνηγό αρκετά ο οποίος πίστευε ότι ίσως ήταν ευκολότερο να πιάσει κάποιο από αυτά και κυνηγούσε κάποιο από αυτά τα άλλα. Πολλές φορές κάποια παιδιά αργούσαν δεν μπορούσαν να πιάσουν κάποιο παιδί και τότε ξαναρχίζαν με νέο κυνηγό με κλήρωση.
6. Κουτσό
Ήταν παιχνίδι των κοριτσιών. Παιζόταν από δυο άτομα. Πρώτα χάραζαν στο χώμα
ή σε πλακόστρωτο με κιμωλία το σχήμα του κουτσού που είχε περί τα 10 τετράγωνα ή ορθογώνια σε διάφορα σχήματα. Μετά από μία απόσταση περίπου 7-10 μέτρα έριχναν την πέτρα το καθένα προς το πρώτο τετράγωνο και όποια πέτρα πήγαινε ποιο κοντά στη γραμμή άρχιζε πρώτο. Το πρώτο κορίτσι που άρχιζε, έριχνε την πλακέ πέτρα στο πρώτο τετράγωνο ή ορθογώνιο του κουτσού από μια απόσταση περίπου τρία μέτρα και έπρεπε να πέσει μέσα γιατί αν έπεφτε έξω ή πάνω στη γραμμή έχανε τη σειρά του και έπαιζε το άλλο. Όταν η πέτρα έπεφτε μέσα στο τετράγωνο τότε στηριζόμενο στο ένα πόδι (κουτσό) πηδούσε μέσα στο τετράγωνο και με το πόδι στο οποίο στηρίζονταν έσπρωχνε την πέτρα στο δεύτερο τετράγωνο μετά στο τρίτο μέχρι το τελευταίο και εκεί ή την έβγαζε έξω και έκανε το ίδιο προς την αρχή αλλά από το δεύερο τετράγωνο ή όντας μέσα στο τελευταίο τετράγωνο πατούσε στα δύο πόδια πηδούσε ψηλά και έκανε μεταβολή και πάλι τετράγωνο –τετράγωνο έφτανε στην αρχή. Στη συνέχεια έριχνε την πέτρα και άρχιζε στο δεύτερο τετράγωνο, μετά στο τρίτο ως το τελευταίο τετράγωνο Αν ρο πόδι ή πέτρα ακουμπούσε στ γραμμή έχανε Σε ορισμένα τετράγωνα έπρεπε να κάνει το γεφυράκι, δηλαδή έσπρωχνε την πέτρα στη γραμμή και πατούσε με τα δύο πόδια, μετά πάλι στο ένα πόδι συνέχεια.
Αντί να σπρώχνει την πέτρα την έβαζαν πάνω στο παπούτσι και με κουτσό πηδούσε τετράγωνο-τετράγωνο χωρίς να πέσει η πέτρα. Όταν την έβαζαν στην πλάτη σκύβοντας λίγο περνούσαν κουτσό όλα τα τετράγωνα. Άλλος τρόπος ήταν με την πέτρα στο πάνω μέρος της αριστερής παλάμης ή στο κεφάλι.
7. Καμλίτσα
Παίζονταν από αγόρια μεγάλα. Χωρίζονταν σε δύο ομάδες με τουλάχιστον 4-5
παιδιά η κάθε μία. Μετά έκαναν κλήρωση για το ποιος θα είναι πρώτα καμλίτσα;. Η καμλίτσα ήταν τα παιδιά της μιας ομάδας που όρθια και με τα χέρια στους ώμους έκαναν κύκλο λίγο σκυμμένα. Έξω ήταν ένα άλλο παιδί ο φύλακας που κρατούσε την άκρη ενός σχοινιού του οποίου την άλλη κρατούσε ένα παιδί της καμλίτσας. Τις πιο πολλές φορές αντί σχοινί χρησιμοποιούνταν οι ζώνες ενωμένες η μία μετά την άλλη.Το σχοινί ήταν αρκετά μακρύ ώστε ο φύλακας να μπορεί να έρχεται γύρω από την καμλίτσα Τα παιδιά της άλλης ομάδας σκορπίζονταν γύρω–γύρω από την καμλίτσα σε κάποια απόσταση και προσπαθούσαν να πηδήξουν στην πλάτη ενός παιδιού της καμλίτσας αλλά προτού ο φύλακας τα ακουμπήσει, αυτός ήταν ο ρόλος του φύλακα, να μην αφήνει να ανέβουν στη καμλίτσα ακουμπώντας το παιδί που πήγαινε να ανεβε το οποίο έβγαινε από το παιχνίδι.. Ο φύλακας έπρεπε να βγάλει όλα τα παιδιά της δεύτερης ομάδας. Αν αυτά κατάφερναν να ανέβουν όλα στη καμλίτσα δεν επρεπε να ακουμπήσει κάποιο κάτω ούτε να πέσει. Αν συνέβαινε αυτό ή ο φύλακας έβγαζε όλα τα παιδιά έξω τότε οι ομάδες άλλαζαν θέση.
8. Μακριά γαϊδούρα-Παπαδιά καβάλα
Τα παιδιά χωρίζονταν σε δύο ομάδες και κάθε ομάδα είχε ένα παιδί «μάνα». Με
κλήρο η μία ομάδα κάνει τη μακριά γαϊδούρα, δηλαδή η «μάνα» όρθια στηρίζεται σε έναν τοίχο και τα άλλα παιδιά της ομάδας μπαίνουν τη σειρά σκύβοντας χωρίς να λυγίσουν τα γόνατα με το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια του προηγούμενου. Τα παιδιά τότε της άλλης ομάδας πηδούν με τη σειρά πάνω στις πλάτες των παιδιών που έχουν κάνει τη μακριά γαϊδούρα. Η «μάνα». της ομάδας που είναι καβάλα λέει ένα δίστιχο και με τα δάχτυλα του δείχνει ένα αριθμό από μηδέν (γροθιά) έως το πέντε και πρέπει ένα από τα παιδιά που είναι σκυμμένα να τον βρει και τότε αλλάζουν ρόλο οι ομάδες, αλλιώς επαναλαμβάνονταν το παιχνίδι ώσπου να βρεθεί ο αριθμός.
9. Πετροπόλεμος
Συνήθως τα παιδία χωρίζονταν στους δύο μαχαλάδες, τον πέρα (από το λάκκο που
τον έλεγαν Κατούρα στο κέντρο του χωριού) και τον δώθε. Οι ομάδες έπαιρναν τις θέσεις τους, σε αρκετή απόσταση αλλά να φτάνουν οι πέτρες που θα ρίχνονταν. Κάθε παιδί μάζευε πέτρες και με το σύνθημα τα παιδιά προσπαθούσαν να χτυπήσουν ένα παιδί του άλλου μαχαλά ενώ ταυτόχρονα φρόντιζαν να μην χτυπηθούν από πέτρα πιδιού του άλλου μαχαλά; ήταν ένα σκληρό και επικίνδυνο παιχνίδι καμιά φορά με σοβαρούς τραυματισμούς αλλά τότε και η εποχή των πολέμων.
10. Η μέλισσα (Περνά περνά η μέλισσα)
Το παιχνίδι αυτό παίζονταν από τα κορίτσια, από 5-6 και πάνω. Δύο κορίτσια που
συμφωνούσαν όλα συνεννοούνταν κρυφά και έπαιρνε το καθένα ένα όνομα. Μετά σήκωναν τα χέρια τους, έκαναν μια καμάρα κάτω από την οποία περνούσαν όλα τα άλλα κορίτσια ενώ τα δύο που έκαναν την καμάρα τραγουδούσαν,
«Περνά- περνά η μέλισσα με τα μελισσόπουλα και με τα κλωσόπουλα, ζουμ ζουμ ζουμ να οι μέλισσες περνούν για να δούμε τι θα πουν»
και εκείνη τη στιγμή όποιο κορίτσι ήταν κάτω από την καμάρα πιάνονταν. Τα δυο κορίτσια που έκαναν την καμάρα το ρωτούσαν κρυφά χωρίς να ακούνε τα άλλα ποιο όνομα από τα δύο των κοριτσιών της γέφυρας διαλέγει και ανάλογα με το όνομα που διάλεγε πήγαινε πίσω του. Το παιχνίδι συνεχίζονταν ώσπου πιάνονταν όλα τα κορίτσια και από τα δύο κορίτσια νικητής ήταν όποιο είχε τα περισσότερα κορίτσια.
11. Το σχοινάκι
Κυρίως παίζονταν από τα κορίτσια. Κάθε κορίτσι είχε το σχοινάκι του, μια λεπτή
τριχιά περίπου τρία μέτρα. Το σχοινάκι πιάνονταν από τις δύο άκρες και γυρίζονταν πάνω και κάτω από τα πόδια του παιδιού που γι αυτό πηδούσε. Έχανε όποιο παιδί κάποια στιγμή δεν περνούσε το σχοινάκι κάτω από πόδια. Παίζονταν και από περισσότερα παιδιά 3-4 τα οποία πηδούσαν το σχοινάκι που γύριζαν δύο παιδιά, ένα σε κάθε άκρη. Αυτό το σχοινάκι ήταν μακρύτερο για να χωρούν 3-4 παιδιά. Όποιο παιδί δεν πηδούσε έχανε και έβγαινε στην άκρη να γυρίζει αυτό το σχοινί και έμπαινε το άλλο έως ότου χάσουν και τα άλλα ή συμφωνούσαν να σταματήσουν. Παίζονταν και με δύο ομάδες. Κέρδιζε όποια κρατούσε περισσότερο χρόνο έως ότου χάσει.
12. Σβούρα
Ήταν ξύλινη σε σχήμα πυραμίδας και καρδιάς με ένα καρφί στη μύτη στην κάτω
άκρη και μικρό, ένα εκατοστό χερούλι στο πάνω μέρος. Συνήθως κάθε παιδί την έφτιαχνε μόνο του ή ο φίλος του ή την αγόραζε αν είχε χρήματα από τους γονείς του. Κάθε παιδί τύλιγε στη σβούρα αρχίζοντας από τη μύτη προς το πάνω μέρος ένα σχοινάκι το οποίο κρατούσε από την άκρη μαζί με τη σβούρα ανάμεσα στα δύο δάχτυλα αντίχειρα και δείκτη και μετά έριχνε με δύναμη τη σβούρα στο χώμα κρατώντας όμως την άκρη του σχοινιού το οποίο όπως ξετυλίγονταν έδινε περιστροφική κίνηση στη σβούρα. Κέρδιζε το παιδί που η σβούρα του κρατουσς περισσότερο να περιστρέφεται. Αντι με το σχοινί η περιστροφή μπορουσε να δωθεί με το χέρι από το χερούλι σης σβούρας.
13. Γύρω-γύρω όλοι
Τα παιδιά πιάνονταν με τα χέρια τους σε έναν κύκλο, έβαζαν ένα παιδί (Μανόλης)
στη μέση και γυρίζαν τραγουδώντας:
Γύρω-γύρω όλοι
Στη μέση ο Μανόλης,
Χέρια, πόδια στη γραμμή
Όλοι κάθονται στη γη!
Και ο Μανόλης στο σκαμνί
Με το λέγοντας «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδιά κάθονταν κάτω και τέντωναν τα πόδια τους προς το κέντρο. Στο διάστημα πριν προλάβουν τα παιδιά να καθίσουν κάτω έπρεπε ο Μανόλης να πιάσει ένα παιδί που θα γίνονταν Μανόλης και θα άρχιζε πάλι το παιχνίδι
14. Η μικρή Ελένη
Παίζονταν από κορίτσια. Έκαναν ένα κύκλο κοιτώντας προς τα μέσα. Στο κέντρο του κύκλου κάθονταν ένα κορίτσι που έκανε ότι έκλεγε και ήταν η Ελένη. Τα κορίτσια στον κύκλο γύριζαν γύρω-γύρω και τραγουδούσαν,
«Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.
Σήκω απάνω, πλύνε τα ματάκια, κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε!»
Τότε, το κορίτσι που έκανε την Ελένη, έπλενε τάχα τα μάτια της, κοιτάζει τον ήλιο και ύστερα σηκώνονταν ξαφνικά και έπιανε ένα από τα άλλα κορίτσια, που γίνονταν Ελένη και το παιχνίδι συνεχίζονταν.
15. Η κολοκυθιά
Παίζονταν από αγόρια και κορίτσια. Τα παιδιά κάθονταν σε κύκλο και έβγαζαν ένα αρχηγό, συνήθως μεγάλο και «έξυπνο». Μετά, κάθε παιδί έπαιρνε ένα αριθμό, ή άρχιζαν από το 1 με το παιδί που κάθονταν δίπλα στον αρχηγό και συνέχιζαν στη σειρά όσα παιδιά ήταν ας πούμε ως το 10 αν ήταν 10 παιδία γιατί ο αρχηγός δεν είχε αριθμό, ή κάθε παιδί έπαιρνε ότι αριθμό ήθελε από το 1 έως το 10 εφόσον ήταν 10 τα παιδιά. Κάθε παιδί έπρεπε να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί από αυτό εξαρτιόνταν αν θα κερδίσει ή θα χάσει. Το παιχνίδι άρχιζε με τον αρχηγό που έλεγε,
- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 5 κολοκύθια!
Τότε το παιδί που είχε τον αριθμό 5 έπρεπε αμέσως να σηκωθεί και να πει
-Και γιατί να κάνει πέντε, τότε ο αρχηγός ρωτούσε
- Και πόσα θέλεις να κάνει;.
- Ας κάνει 8 έλεγε το παιδί που είχε το πέντε.
Μόλις το παιδί που είχε το 8 άκουγε τον αριθμό του σηκώνονταν αμέσως και έλεγε
-Και γιατί να κάνει 8. Το παιχνίδι συνεχίζονταν έτσι με αυτόν τον τρόπο.
Αν κάποιο παιδί άκουγε τον αριθμό του και δεν σηκώνονταν ή σηκώνονταν σε αριθμό που είχε άλλο παιδί ή έλεγε ανύπαρκτο αριθμό τότε έχανε και έδινε ένα δικό του πράγμα στον αρχηγό. Όλα τα πράγματα ο αρχηγός τα έβαζε δίπλα του σκεπασμένα. Όταν τελείωνε το παιχνίδι, ο αρχηγός έβγαζε τυχαία ένα-ένα τα πράγματα και έλεγε
- Κι αυτός εδώ, τι πρέπει να κάνει;
Τότε τα άλλα παιδιά, όλοι μαζί, έλεγαν.
- Να γκαρίξει σαν γάϊδαρος, να κάνει το κόκορα, να γαυγίσει, να κάνει όπως το γουρούνι, ή ότι άλλο τους έρχονταν στο νου..
Μπορούσε ο αρχηγός να μην περιμένει να τελειώσει το παιχνίδι αλλά να βάλλει τις τιμωρίες μόλις ένα παιδί έχανε..
.
16. Δεν περνάς κυρά - Μαρία
Παίζονταν από πολλά κορίτσια τα οποία πιάνονταν από τα χέρια σε κύκλο. Ένα κορίτσι, από τα μεγαλύτερα, πήγαινε και στέκονταν στο κέντρο και αυτό ήταν η κυρά-Μαρία Μετά τα κορίτσια πιασμένα από τα χέρια άρχιζαν να γυρίζουν γύρω-γύρω και να τραγουδούν
Που θα πας κυρά-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς,
Που θα πας κυρά-Μαρία, δεν περνάς, περνάς!
-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ.
Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς!
-Θα να κόψω 2 βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ
Θα να κόψω 2 βιολέτες δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς!
-Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ
Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ!
-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς
Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς!
-Η καλή μου είναι η (λέει ένα όνομα κοριτσιού) δεν περνώ, δεν περνώ
Η καλή μου είναι η (λέει ένα όνομα κοριτσιού) δεν περνώ, περνώ!
Το κορίτσι που έλεγε το όνομα του η κυρά-Μαρία, έφευγε από τον κύκλο και πήγαινε στη μέση και τότε είτε γίνονταν αυτό κυρά-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζονταν, ή στέκονταν στο πλάι της κυρά-Μαρίας και συνεχίζονταν το παιχνίδι ώσπου δεν έμεναν αρκετά κορίτσια, για να κάνουν κύκλο και το παιχνίδι τελείωνε
17. Τυφλόμυγα
Παίζονταν από πολλά παιδιά. Με κλήρο έδεναν τα μάτια ενός παιδιού με ένα μαντίλι για να μην μπορεί να βλέπει. και το παιδί αυτό ήταν η τυφλόμυγα. Τα υπόλοιπα παιδιά έκαναν κύκλο γύρω στο παιδί που ήταν η τυφλόμυγα. Μετά η τυφλόμυγα με σκεπασμένα τα μάτια πήγαινε δεξιά- αριστερά και προσπαθούσε να πιάσει ένα παιδί και ψηλαφώντας το να βρει και να πει ποιο παιδί είναι. Αν έβρισκε πιο παιδί ήταν τότε εκείνο γίνονταν τυφλόμυγα ενώ το πρώτο παιδί που ήταν τυφλόμυγα έμπαινε στον κύκλο μαζί με τα άλλα παιδιά για να αρχίσει πάλι το παιχνίδι.
18. Σκαμνάκια
Παίζονταν από τα αγόρια. Τα παιδία έσκυβαν και ακουμπούσαν τα χέρια τους στα
γόνατα μαζεύοντας το κεφάλι ανάμεσα στους ώμους (σκαμνάκι). Η απόσταση μεταξύ των παιδιών (σκαμνάκια) ήταν 2-3 μέτρα. Ένα παιδί έμενε όρθιο στην αρχή και παίρνοντας φόρα πηδούσε πάνω από κάθε κυρτωμένο παιδί- σκαμνάκι με τη σειρά και μετά το τελευταίο σκαμνάκι γίνονταν και αυτό σκαμνάκι σε απόσταση 2-3 μέτρα από το τελευταίο. Τότε το πρώτο παιδί-σκαμνάκι σηκώνονταν και πηδούσε και αυτό όλα τα σκαμνάκια και στο τέλος της σειράς ξαναγίνονταν σκαμνάκι. Τα σκαμνάκια ήταν σε ίσια γραμμή ή σε κύκλο ή ζιγκ-ζαγκ.
19. Το μαντηλάκι
Παίζονταν από τα κορίτσια. Έκαναν κύκλο όρθια πιασμένα από τα χέρια ή
καθισμένα κάτω εκτός από ένα που έμεινε έξω από τον κύκλο έχοντας στο χέρι ένα μαντήλι που στη μέση είχε ένα κόμπο. Το παιχνίδι άρχιζε με όλα τα κορίτσια να τραγουδούν « Το μαντηλάκι πέρασε πάει πέρα –πάει πέρα και πίσω ξαναγύρισε πάει πέρα –πάει πέρα» ενώ το κορίτσι με το μαντήλι στο χέρι γύριζε έξω από τον κύκλο πίσω από τα κορίτσια και κάποια στιγμή άφηνε το μαντήλι πίσω από ένα κορίτσι. Εάν αυτό το κορίτσι καταλάβαινε τότε έπαιρνε το μαντήλι και έτρεχε να φτάσει το κορίτσι που είχε αφήσει το μαντήλι και να το να το χτυπάει στην πλάτη πριν αυτό προλάβει να πιάσει τη θέση που είχε αφήσει το κορίτσι που είχε βγει από τον κύκλο. Εάν δεν καταλάβαινε τότε το πρώτο κορίτσι γυρίζοντας στον κύκλο έφτανε πάλι εκεί που είχε αφήσει το μαντήλι, χτυπούσε το κορίτσι που δεν είχε καταλάβει και έτρεχε γρήγορα να κάνει τον κύκλο και να πάρει τη θέση του γιατί αυτό έπρεπε να βγει από τον κύκλο να το κυνηγήσει όπως στη πρώτη περίπτωση.
20. Γαϊτανάκι
Παίζονταν το Πάσχα θα περιγραφεί
21. Φουραδάς.
22. Παιδάκι.
Τα παιδιά κάθονταν κάτω σε κύκλό σε απόσταση περίπου μισό-ένα μέτρο το ένα από το άλλο. και ένα παιδί στέκονταν όρθιο έξω από τον κύκλο. Ένα από τα παιδία στον κύκλο κρατούσε μία πάνινη κατασκευή που ήταν σαν κούκλα και το έλεγαν παιδάκι. Το παιχνίδι άρχιζε με το παιδί που ήταν όρθιο να πάει πίσω από το καιθισμένο παιδί που είχε το παιδάκι στα χέρια του και αυτό να πετάξει το παιδάκι δεξιά ή αριστερά ώστε το όρθιο παιδί να μην μπορέσει να το πιάσει τρέχοντας πίσω από τα καθισμένα παιδιά τα οποία δέχονταν το παιδάκι από το προηγούμενο παιδί. Το όρθιο παιδί προσπαθούσε να πιάσει το παιδάκι στον αέρα ανάμεσα σε δύο παιδιά ώστε να καθήσει αυτό και να σηκωθεί το παιδί που πέταξε το παιδάκι αλλά δεν πρόλαβε να το πιάσει το επόμενο. Το παιδάκι μπορούσε να παιταχθεί δεξιά ΄η αριστερά.
23. Πίτσκα.
Τα παιδιά χάραζαν στο χώμα ένα κύκλο με διάμετρο περί τα 3 μέτρα και μετά άνοιγαν μικρές τρύπες-λακούβες ανά περίπου ένα μέτρο και μία τρύπα στο κέντρο του κύκλου. Κάθε παιδί είχε μια βέργα την οποία κρατούσε στο χέρι με την άλλη άκρη στην τρύπα του στον κύκλό. Ένα παιδί η μάνα, με τη βέργα του και ένα τενεκέ στο χώμα ήταν έξω από τον κύκλο και χτυπώντας με τη βέργα προσπαθούσε να βάλει τον τενεκέ στην τρύπα στο κέντρο του κύκλου ενώ τα παιδιά στον κύκλο προσπαθούσαν να το εμποδίσουν χτυπόντας τον τενεκε χωρίς όμως η μάνα να προλάβει να βάλει τη βέργα της στην τρύπα του παιδιού που είχε χτυπίσει τον τενεκέ. Αν η μάνα κατάφερνε να βάλει τον τενεκέ στην τρυπα στο κέντρο του κύκλου τότε τα παιδιά στον κύκλο έπρεπε να αλλάξουν τρύπα ενώ η μάνα θα προσπαθούσε να πιάσει και αυτή μια τρύπα ώστε να γίνει μάνα το παιδί που δεν είχε τρύπα
24. Κρυφτοτενεκές.
Τα παιδιά άνοιγαν μια τρύπα στο χώμα, έβαζαν ένα τενεκέ στην τρύπα, μετά έριχναν κλήρο για πιο παιδί θα είναι μάνα, το οποίο πήγαινε στην τρύπα δίπλα στον τενεκέ, με ένα από τα άλλα παιδιά, τα οποία μόλις το άλλο χτυπούσε το τενεκέ με δύναμη να παέι όσο πιο μακριά γίνονταν έτρεχαν να κρυφτούν σε θέσεις γύρω από την τρύπα του τενεκέ. Η μάνα έτρεχε να πάρει τον τενεκέ, να τον βάλει στην τρύπα και να δεί ένα παιδί πριν κρυφτεί ώστε αυτό να γίνει μάνα. Αν δεν προλάβαινε τότε πήγαινε εδώ και εκεί και προσπαθούσε να βρει κάποιο παιδί να πει το όνομα του και να γυρίσει στον τενεκέ πριν αυτό ή κάποιο άλλο από τα κρυμένα προλάβει να πάει στον τενεκέ να τον χτυπήσει μακριά. Η μάνα άλλαζε με το παιδί που βρίσκονταν και δεν προλάβαινε να χτυπήσει τον τενεκέ μακριά.
Για αγόρια :
Τσουλένγκα, Φίκα-Τζαμί, Σκλαβάκια, Κρυφτό, Κυνηγητό, Γκαμήλα, Μακριά Γαϊδούρα, Πετροπόλεμος, Σβούρα, Κολοκυθιά, Σκαμνάκια, Φουραδάς, Πίτσκα, Κρυφτοτενεκές.
Για κορίτσια:
Φίκα-Τζαμί, Κρυφτό, Κυνηγητό, Κουτσό, Η μέλισσα (Περνά περνά η μέλισσα), Το σχοινάκι, Η μικρή Ελένη, Κολοκυθιά, Δεν περνάς κυρά – Μαρία, Το μαντηλάκι, Γαϊτανάκι, Παιδάκι